Δημοσιεύσεις

Με την απόφαση του Eurogroup της 22ης Ιουνίου 2018 μια σελίδα γυρνάει για την Ελλάδα: παρότι

δεν πρόκειται ασφαλώς για το τέλος της λιτότητας ή της επιτήρησης, σφραγίστηκε η έξοδος από τα Μνημόνια στη σημερινή μορφή τους –και αυτό είναι ένα κρίσιμο, σχεδόν ιστορικό γεγονός. Λέω «σχεδόν», γιατί επήλθε με μεγάλη καθυστέρηση, με υπέρμετρες θυσίες, σε σαθρές βάσεις, χωρίς πολιτική και εθνική ομοψυχία και χωρίς ακόμα να υπάρχει σχέδιο για την επόμενη μέρα.

Παρόλα αυτά θα ήταν άδικο να μην αναγνωριστεί στην κυβέρνηση ότι, έστω κι έτσι, ολοκλήρωσε μια οκταετή πορεία, που δεν προκάλεσε η ίδια αλλά στις περιπέτειες της οποίας συμμετείχε αποφασιστικά. Θετικές από αυτή την άποψη υπήρξαν οι πολύ μετρημένες αντιδράσεις του Υπουργού Οικονομικών, μίγμα ανακούφισης, αναγνώρισης και εγκαρτέρησης, που έρχονται βέβαια σε αντίθεση με τον βεβιασμένα πανηγυρικό τόνο των γνωστών κυβερνητικών προπαγανδιστών. Ούτε όμως θα υπηρετούσε την αλήθεια να μην ειπωθεί, ήδη από τώρα, ότι η χώρα βγαίνει από ένα τούνελ χωρίς να είναι καθόλου βέβαιο ότι δεν εισέρχεται σε ένα άλλο.

Τις παρούσες εν θερμώ παρατηρήσεις επί της απόφασης του Eurogroup και των συμφραζομένων τους τις αντιλαμβάνομαι ως μέρος μιας, έστω κατόπιν εορτής και υπό δύσκολες συνθήκες, προσπάθειας συλλογικής αυτογνωσίας και επανεκκίνησης.

Το γενικό κλίμα

Το Eurogroup σφραγίζει την «αποχώρηση» της Ελλάδας από το ως τώρα ισχύον πρόγραμμα οικονομικής βοήθειας, «αναγνωρίζει» τις προσπάθειες που κατάβαλλε ο ελληνικός λαός, τονίζει τη σημασία «να συνεχιστούν οι μεταρρυθμίσεις» και επαναλαμβάνει τη «δέσμευση των ελληνικών αρχών να συνεχίσουν τις μεταρρυθμίσεις και να διασφαλίσουν τους στόχους». Η εμμονή στις μεταρρυθμίσεις και τις δεσμεύσεις, ενώ θα μπορούσε να θεωρηθεί αυτονόητη, ως βάση της συγκεκριμένης απόφασης αλλά και μέσω ήδη ειλημμένων μέτρων από τα ευρωπαϊκά όργανα και την ελληνική Βουλή, δείχνει καθαρά το είδος της εξόδου στα μάτια των διεθνών εταίρων μας: επειδή ήρθε η ώρα της και όχι επειδή ολοκληρώσαμε, ή έστω σταθεροποιήσαμε, το έργο της αναστύλωσης.

Αυτή η στάση αποκτά μια σχεδόν ανοιχτά ειρωνικά μορφή μέσα από δύο μεταμφιεσμένα ενθαρρυντικές επισημάνσεις της απόφασης: το καλωσόρισμα της «ολοκλήρωσης μιας περιεκτικής αναπτυξιακής στρατηγικής» από τις ελληνικές αρχές (αυτής της ίδιας «στρατηγικής» που σύσσωμοι οι «θεσμοί» είχαν χαρακτηρίσει ασκήσεις επί χάρτου λίγες μέρες πριν) και την υπογράμμιση της «ελληνικής οικειοποίησης (ownership) του προγράμματος»: θα είναι ασφαλώς το πρώτο πρόγραμμα παγκοσμίως, το ownership του οποίου θα αναληφθεί μετά την ολοκλήρωση του και μετά από λυσσαλέα αντίσταση σε αυτό όσο ήταν ακόμα «ζωντανό».

Απότοκο της δυσπιστίας των δανειστών έναντι της Ελλάδας θα μπορούσε να θεωρηθεί και η φαινομενικά «εκτός θέματος» για μια τέτοια απόφαση, ωστόσο απολύτως ρητή και αρκούντως αυστηρή, υπενθύμιση του ζητήματος της ΕΛΣΤΑΤ: τόσο η «μεγάλη ανησυχία» που συνεχίζει να προκαλεί, όσο και ο «προβληματισμός για τις διαδικασίες εναντίον του πρώην προέδρου» Ανδρέα Γεωργίου, με παράλληλη έκφραση της «συνεχιζόμενης εμπιστοσύνης» στα στοιχεία που ενέκρινε η ΕΛΣΤΑΤ επί προεδρίας του, καθώς και η «επίκληση» προς τους θεσμούς να συνεχίσουν να «εποπτεύουν» τις συγκεκριμένες εξελίξεις, δείχνουν ότι η έξοδος δεν γίνεται σε κλίμα ούτε πλήρους εμπιστοσύνης ούτε του παραμικρού εφησυχασμού.  

Το χρέος

Γνωρίζαμε ότι αποτελούσε τον μεγάλο πολιτικό στόχο της κυβέρνησης, ιδίως μετά το «κλείδωμα» της ενισχυμένης εποπτείας και τη μη μετάθεση μέτρων όπως η μείωση των συντάξεων και του αφορολόγητου, που θα τεθούν σε εφαρμογή από την αρχή του 2019. Η απόφαση του Eurogroup κατέστησε σαφή τα χαρακτηριστικά του περί χρέους συμβιβασμού μεταξύ κυβέρνησης και δανειστών:

α) ως προς τη βιωσιμότητα, γίνεται διάκριση μεταξύ σημερινής κατάστασης και μελλοντικής ελπίδας. Σήμερα το χρέος δεν είναι βιώσιμο, κάτι που δεν λέγεται ρητά, αλλά αυτό ακριβώς σημαίνει η φράση «η εφαρμογή μιας φιλόδοξης αναπτυξιακής στρατηγικής και συνετών δημοσιονομικών πολιτικών θα είναι τα βασικά χαρακτηριστικά για τη βιωσιμότητα του χρέους». Εκεί οδηγούν και οι δηλώσεις της Κριστίν Λαγκάρντ περί «επιφυλάξεων», και του Μάριο Σεντένο περί «ανάλυσης βιωσιμότητας που δείχνει ότι το χρέος θα είναι βιώσιμο στο μέλλον», όπως και του Μάριο Ντράγκι περί «βελτίωσης του ελληνικού χρέους μεσοπρόθεσμα». Στην «ουσιαστική μη βιωσιμότητα» -ας τη ονομάσουμε έτσι- οφείλονται εξάλλου δυο σημαντικές πολιτικές εξελίξεις: η σχεδόν σίγουρη πλέον διακοπή της χρηματοδοτικής συμμετοχής του ΔΝΤ και η θέση πολλών από τις ελαφρύνσεις για το χρέος υπό αιρεσιμότητα,

β) ως προς τα μέτρα ελάφρυνσης, η δίκαια αποτίμηση είναι, νομίζω, ότι παρότι δεν επιτεύχθηκε το ιδεατό αλλά μη ρεαλιστικό (μια ονομαστική μείωση), και παρότι το είδος των ελαφρύνσεων (επιμήκυνση, επιστροφές, επιτόκια) κινείται στο πλαίσιο που είχε ήδη συμφωνηθεί από προηγούμενες κυβερνήσεις και που ούτως ή άλλως θα συνόδευε την έξοδο από το πρόγραμμα, εντούτοις παρέχουν (ιδίως η 10ετής παράταση της περιόδου χάριτος) σημαντική ανάσα στην Ελλάδα και αποτελούν, αντίστοιχα, κίνηση όχι μικρής γενναιοδωρίας εκ μέρους των δανειστών. Τα βασικά ωστόσο πολιτικά χαρακτηριστικά του διακανονισμού για το χρέος είναι ότι α) απλώς μεταθέτει και δεν ανατρέπει τα δεδομένα του προβλήματος και για την Ελλάδα και για τους δανειστές, β) βρίσκεται υπό αίρεση («υπόκειται στη συμμόρφωση με τις δεσμεύσεις για την εφαρμογή πολιτικών και την εποπτεία») και γ) η εξέλιξη του είναι ακόμα τόσο αβέβαιη που οδηγεί σε δύο ρητές αναφορές για πιθανά μελλοντικά μέτρα: επανεξέταση το 2032 και υπενθύμιση της πιθανότητας καταφυγής σε «έκτακτο μηχανισμό για το χρέος», που φυσικά συνεπάγεται νέα μέτρα.

Η εποπτεία

Χαρακτηρίζεται κατ’ ευφημισμόν «κίνητρο» και γίνεται προσπάθεια να συνδεθεί με «την αξιοπιστία του πακέτου των μέτρων για το χρέος στην αγορά», είναι όμως στην πραγματικότητα ένα τείχος προστασίας για να αποφευχθούν παραβιάσεις των δεσμεύσεων και αλλαγές πορείας: η «μεταμνημονιακή» εποχή θα έχει «μνημονιακά» χαρακτηριστικά. Όχι μόνο η «νέα» εποπτεία καλείται επισήμως «Ενισχυμένη», όχι μόνο θα συμμετέχει, σε πρώτο ρόλο, και το ΔΝΤ, παρά την «αποχώρησή» του, όχι μόνο πρακτικά θα σημαίνει τρίμηνες επισκέψεις και αντίστοιχες εκθέσεις, κάτι που δεν έγινε σε καμία άλλη χώρα που βγήκε από Μνημόνιο, αλλά και αυτές οι εκθέσεις θα αποτελούν προϋπόθεση για τη θέση σε εφαρμογή δύο άλλων μέτρων ελάφρυνσης του χρέους: την «επιστροφή των κερδών από το πρόγραμμα SMP και τη συμφωνία ANFA» (δηλαδή την εις χρήμα και σε δόσεις επιστροφή κερδών από ομόλογα που διακρατούν οι κεντρικές τράπεζες), καθώς και την κατάργηση της αύξησης του επιτοκιακού περιθωρίου» (δηλαδή της συμφωνηθείσας μείωσης του επιτοκίου). Αποφασιστικής βέβαια σημασίας θα είναι αυτές οι εκθέσεις και για τη στάση των Αγορών έναντι της ελληνικής οικονομίας –στάσης που αποτελεί ούτως ή άλλως μεγάλο ερωτηματικό και αντίστοιχη απειλή.

Πολιτικά κρίσιμη είναι η ύπαρξη ειδικού Παραρτήματος με «έξι άξονες μεταμνημονιακής εποπτείας», που συνιστούν αν όχι ακριβώς ένα «Τέταρτο Μνημόνιο», πάντως ένα ευρύ και δεσμευτικό πρόγραμμα με μπόλικα «αγκάθια»: κλείδωμα των υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων (3,5% ως το 2022, 2,5% ως το 2060), αναπροσαρμογή, δηλαδή πιθανώς αύξηση, του ΕΝΦΙΑ, στελέχωση με συγκεκριμένο αριθμό υπαλλήλων της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εξόδων (με παρακολούθηση ότι δεν θα γίνει με πελατειακά κριτήρια), ολοκλήρωση ως το 2020 του ενιαίου ταμείου συντάξεων ΕΦΚΑ (ενώ ακόμα δεν έχει σταθεί στα πόδια του το ισχύον ατελές σύστημα), διεκπεραίωση του στόχου για τα «κόκκινα δάνεια» και τις ιδιωτικοποιήσεις (με μετρήσιμους και πολύ φιλόδοξους, ενόψει της προόδου που έχει γίνει, στόχους), καθώς και για το πολύπαθο Κτηματολόγιο (που υποτίθεται ότι πρέπει να τελειώσει το 2021, ενώ με τη φετινή «αναμόρφωση» έμεινε πολύ πίσω). Για τη δε επίσης βραδυπορούσα «μεταρρύθμιση» της Δημόσιας Διοίκησης μαθαίνουμε ότι έχει ήδη υπογραφεί –εν κρυπτώ, όπως το συνηθίζει η κυβέρνηση- ένα «Σχέδιο Συνεργασίας και Στήριξης» ανάμεσα στις ελληνικές αρχές και τις Υπηρεσίες Στήριξης Διαρθρωτικών Μεταρρυθμίσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής –είθε αυτή η «τεχνική υποστήριξη» να πάει καλύτερα από τις αντίστοιχες προσπάθειες της Task Force, των Γάλλων εμπειρογνωμόνων και τόσων άλλων ξένων ειδικών που έσπασαν τα δόντια τους πάνω στις παθογένειες της ελληνικής Διοίκησης.  

Το «μαξιλάρι»

Η πιο πρακτική και η πιο γενναιόδωρη, από πρώτη άποψη, χειρονομία των δανειστών υπήρξε η συμβολή τους στη δημιουργία ενός «μαξιλαριού» για τις δύσκολες ώρες ή για τις δύσκολες Αγορές. Αφού η έξοδος έχει κινδύνους κι αφού η ελληνική κυβέρνηση δεν θέλει να ζητήσει πιστοληπτική γραμμή (παρότι έχει ήδη συμφωνήσει σε σχεδόν αντίστοιχου επιπέδου μέτρα και επιτήρηση), οι δανειστές προσθέτουν στο απόθεμα που έχει ήδη σχηματιστεί με ελληνικές δυνάμεις (δηλαδή μέσω υπέρογκης φορολόγησης και μη εξυπηρέτησης των υποχρεώσεων του Κράτους) ένα εφάπαξ ποσό 9.6 δις για διαθέσιμα εν ώρα ανάγκης. Χρήσιμο ασφαλώς, μόνο που: α) ο «ο λογαριασμός αυτός θα υπόκειται στις απαραίτητες διασφαλίσεις», δηλαδή καμία εκταμίευση δεν θα είναι αυτόματη και χωρίς έλεγχο τήρησης δεσμεύσεων και κανόνων, β) το ποσό δεν αποτελεί παρά μέρος της τελικής δόσης που θα έχει ύψος 15 δις –οι δανειστές ως το τέλος φροντίζουν πρώτα για την αποπληρωμή των δανείων τους και μετά για τη σωτηρία της Ελλάδας, γ) η τελική δόση δεν εξαντλεί όλο το ποσό του εκ του Τρίτου Μνημονίου δανείου, που ήταν 86 δις ευρώ, ενώ με την έξοδο από το Μνημόνιο θα έχουν δοθεί στην Ελλάδα 61,9 δις –τα υπόλοιπα εξαρτώνται από την πορεία των «μεταρρυθμίσεων», δ) η τόση σπουδή για «μαξιλάρι» κάτι δείχνει για το βαθμό αισιοδοξίας ενόψει της αναγκαστικής εξόδου στις Αγορές, οι συνθήκες της οποίας επιδεινώθηκαν ήδη λόγω Ιταλίας και μπορεί να επιδεινωθούν περαιτέρω αν κρίνουμε από τα σύννεφα που μαζεύονται πάνω από την ευρωπαϊκή και την παγκόσμια οικονομία.

Βγαίνουμε λοιπόν, με το καλό, στην ανοιχτή θάλασσα. Ας έχουμε τουλάχιστον υπόψη μας ότι μας περιμένουν κι άλλες μεγάλες φουρτούνες. Κι ας μην τις αντιμετωπίσουμε, αυτή τη φορά, γυμνοί και διασπασμένοι.

 

Κώστας Μποτόπουλος

Συνταγματολόγος, Πρ. Πρόεδρος της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς

To άρθρο δημοσιεύτηκε στο euro2day.gr/

 

«Ακόμη και το τελευταίο eurogroup με θέμα την Ελλάδα, χαρακτηρίστηκε από έντονη διαφωνία, αναγκαστική διακοπή και χρονοβόρα κατάληξη κατά τις πρώτες πρωινές ώρες.

Τελικά, υπήρξε λευκός καπνός στο θέμα της διευθέτησης του χρέους και αποφεύχθηκε το αρνητικό σενάριο της πολύ μικρής επιμήκυνσης (μέχρι 5 χρόνια που ήταν η Γερμανική άποψη) των δανείων του EFSF, τα οποία τελικά επιμηκύνονται για 10 χρόνια, από το 2022 στο 2032. Επίσης, παρατείνονται για άλλα 10 χρόνια οι τόκοι του EFSF δανείου, παγώνει η αύξηση (step-up) στο επιτόκιο από το δάνειο του 2ου προγράμματος που σχετιζόταν με την επαναγορά χρέους (buyback) και αποφασίστηκε να δίνονται στην Ελλάδα, τμηματικά, από τώρα μέχρι τον Ιούνιο του 2022 τα κέρδη από το πρόγραμμα SMP της ΕΚΤ.

Τα δύο τελευταία μέτρα, ουσιαστικά αποτελούν και το «τυράκι» ώστε να παραμένει η χώρα σύμφωνη και ευθυγραμμισμένη με την λογική της δημοσιονομικής πειθαρχίας και των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και της εκτέλεσης του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων που η χώρα ασφαλώς θα εξακολουθήσει να τηρεί. Πράγματι, επιβεβαιώνεται ο στόχος για πρωτογενή πλεονάσματα της τάξεως του 3,5% για μέχρι και το 2022, και 2,2% κατά μέσο όρο από το 2023 μέχρι και το 2060, έτσι ώστε το χρέος καθίσταται «βιώσιμο» σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα.

Το ζητούμενο, είναι κατά πόσον μπορεί η Ελληνική οικονομία να σημειώνει ικανοποιητικούς ρυθμούς ανάπτυξης (άνω του 2,0%) όταν καλείται να εφαρμόζει δημοσιονομική πειθαρχία για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα. Διότι, μόνο με υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης (εκτίμηση με την οποίο αμφιβάλει σθεναρά το ΔΝΤ), θα μπορέσει να είναι βιώσιμο το δημόσιο χρέος και σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα.

Το eurogroup αποφασίζει την εκταμίευση τελικής δόσης €15 bn, το μεγαλύτερο μέρος των οποίων θα παραμένει στην άκρη ενισχύοντας το ταμειακό μαξιλάρι ασφαλείας το οποίο θα είναι της τάξεως του €24 bn και θα είναι ικανό να καλύπτει χρηματοδοτικά την χώρα μέχρι περίπου τον Ιούνιο του 2020, και ουσιαστικά, εξασφαλίζει την απρόσκοπτη κάλυψη των αναγκών της χώρας για την εξυπηρέτηση του χρέους, χωρίς κατά ανάγκη την προσφυγή στις αγορές.

Το spread του 10ετούς Ελληνικού ομολόγου, ενδεικτικά, συμπιέζεται σήμερα κατά 22 μονάδες βάσης από 398 μβ χθες σε 376 μβ, σήμερα το πρωί. Θεωρούμε ότι είναι μια συμφωνία που ανακουφίζει σχετικά με τις ορατές μέχρι χθες ανησυχίες περί πλήρους επικράτησης της Γερμανικής άποψης. Ωστόσο, και παρότι σε όρους παρούσας αξίας υπάρχει βελτίωση, το ονομαστικό χρέος της χώρας θα παραμείνει ένα μεγάλο αγκάθι, και για πολλά χρόνια, θα απαιτούνται διευθετήσεις σε συνεργασία των εκάστοτε πολιτικών ηγεσιών της Ελλάδας και των πιστωτών της. Όσον αφορά την πορεία της αγοράς, αυτή θα εξαρτάται, από την πορεία του ρυθμού ανάπτυξης της Ελληνικής οικονομίας, και φυσικά από τις εκτιμήσεις (ανά τρίμηνο) σχετικά με την εκτέλεση των δημοσιονομιών και διαρθρωτικών στόχων.»

Τάσος Βασιλείου

------------

 

 

Ο κος Τάσος Βασιλείου είναι οικονομολόγος με ειδίκευση στην μακροοικονομική ανάλυση, τις χρηματοοικονομικές αγορές και τις επενδύσεις χαρτοφυλακίου. Εργάζεται στην Εθνική Τράπεζα ως Στρατηγικός Αναλυτής Επενδύσεων, ενώ προηγουμένως ήταν επικεφαλής ανάλυσης διεθνών αγορών στο ίδιο τραπεζικό ίδρυμα. Προηγουμένως είχε εργαστεί και στον χρηματιστηριακό κλάδο, ως αναλυτής μετοχών. Είναι κάτοχος του τίτλου Chartered Financial Analyst (CFA), έχει MSc στα Χρηματοοικονομικά και πτυχίο στην Οικονομική Επιστήμη, από το Πανεπιστήμιο Πειραιώς. Γεννημένος στην Αθήνα το 1974, είναι παντρεμένος και έχει δύο παιδιά.

 Με μεγάλη επιτυχία, πολλά χαμόγελα, μεζέδες, καλό κρασί και πολλές συζητήσεις, πραγματοποιήθηκε η συνάντηση μελών του ΑΞΙΟΤΗΣ. 

Ο φιλόξενος χώρος του Βυζαντινού Μουσείου, 

μας έδωσε την ευκαιρία να γνωριστούμε καλύτερα,
να αστειευτούμε, να συζητήσουμε τα τρέχοντα προβλήματα της επικαιρότητας αλλά και πολλές προσωπικές συζητήσεις, ιστορίες και ιδέες έπεσαν στο τραπέζι, αφήνοντας χώρο και για άλλες πολλές επιτυχημένες συναντήσεις και εκδηλώσεις!
 

Προϋποθέσεις μιας βιώσιμης ανάπτυξης για την χώρα

 

Την δεκαετία πριν την διεθνή χρηματοοικονομική κρίση του 2008, η Ελληνική οικονομία γνώρισε πραγματικούς ρυθμούς ανάπτυξης της τάξεως του 4% ετησίως, κατά μέσο όρο. Μετά την διεθνή χρηματοοικονομική κρίση που μεταφέρθηκε ως τραπεζική κρίση και μετατράπηκε σε κρίση δημόσιου χρέους στην ευρωζώνη, είχαμε την εξαετία 2008 έως και 2013, την μεγάλη καθίζηση της Ελληνικής οικονομίας, με συρρίκνωση της οικονομικής δραστηριότητας κατά μέσο όρο 4,9% ετησίως, για να ακολουθήσει η φάση σταθεροποίησης. Μελετώντας βαθύτερα το ΑΕΠ και αναλύοντάς το στα συστατικά του μέρη, εντοπίζουμε πως η ιδιωτική κατανάλωση ακολούθησε γενικώς την πτώση του συνολικού ΑΕΠ και οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών αυξήθηκαν. Όμως οι καθαρές επενδύσεις παγίου κεφαλαίου έχουν μειωθεί και βρίσκονται σε αρνητικό επίπεδο, ενώ ακόμη πιο δραματική είναι η εικόνα στην οικοδομική δραστηριότητα η οποία έχει συντριβεί με πτώση 95%. Καθίσταται σαφές ότι η ανάπτυξη που επέτυχε η χώρα πριν την κρίση, δεν ήταν βιώσιμη καθώς δεν βασιζόταν στους διαχρονικά λιγότερο ευμετάβλητους παράγοντες που είναι οι παραγωγικοί συντελεστές: γη, κεφάλαιο και εργασία, καθώς και το επίπεδο της τεχνολογικής προόδου.

Περνώντας, λοιπόν, στις προϋποθέσεις μιας βιώσιμης ανάπτυξης για την χώρα, με δεδομένα τα βασικά συστατικά όπως το σύστημα υγείας, την ασφάλεια, την ειρήνη (εσωτερική και εξωτερική), την κοινωνική γαλήνη, το κράτος δικαίου, την παιδεία, τις υποδομές, την (άμεση) απονομή δικαιοσύνης και το σεβασμό στους θεσμούς, διαχωρίζουμε πέντε βασικές κατηγορίες προϋποθέσεων.

Πρώτον, τις πολιτικοκοινωνικές που θα οδηγήσουν την κοινωνία να διαμορφώσει ένα ισχυρό όραμα και κυρίως την κατάλληλη διάθεση και διαδρομή για να το επιτύχει. Απαιτείται η ένωση του μεγαλύτερου μέρους της κοινωνίας και όχι η διάσπαση του. Χρειάζεται μια κυβέρνηση συνεργασίας και εθνικής ενότητας που να προάγει τις αξίες που όχι μόνο στήριξαν ιστορικά αυτό τον τόπο, αλλά είναι απαραίτητες για να δημιουργήσουν και πάλι το μηχανισμό ανάταξης και ανάπτυξης. Αυτό απαιτεί τη συμμετοχή των αρίστων σε ένα μείγμα από πολιτικούς, τεχνοκράτες και εξειδικευμένα έμπειρα στελέχη, όπου κρίνεται απαραίτητο.

Δεύτερον, τις Δημοσιονομικές - οικονομικές προϋποθέσεις. Οι δαπάνες του προϋπολογισμού πρέπει να γίνονται με ουσία και λογοδοσία. Ουσία, ώστε να επιτυγχάνονται οι επιμέρους πολιτικές με στόχο την επίτευξη του οράματος της χώρας. Δεν έχει νόημα να γίνονται δαπάνες που δεν υποστηρίζουν τους μεσοπρόθεσμους στόχους. Ένα από τα προβλήματα της δημοσιονομικής πολιτικής στον τόπο μας ήταν ο βραχυπρόθεσμος χαρακτήρας της. Προβάλλοντας όμως τις νέες αξίες που θα υπηρετούμε όλοι, η πολιτική και οι πολιτικές αποκτούν διαφορετική ουσία.

Τρίτον, τις χρηματοδοτικές, που στην Ελληνική περίπτωση εξαιτίας της κυριαρχίας των μικρομεσαίων, μικρών και πολύ μικρών ελληνικών επιχειρήσεων, είναι απαραίτητο να λειτουργεί ομαλά η τραπεζική αγορά, να αναπτυχθεί η αγορά των εταιρικών ομολόγων και το άνοιγμα της οικονομίας στις διεθνείς αγορές. Επιπλέον, ο κατάλληλος σχεδιασμός φορέων ενίσχυσης της επιχειρηματικότητας και χρηματοδότησής της, οι χρηματοδοτήσεις από τους Ευρωπαϊκούς μηχανισμούς χρηματοδότησης επενδυτικών σχεδίων και τα κοινοτικά αναπτυξιακά κονδύλια θα εξασφαλίσουν την επανεκκίνηση της πραγματικής οικονομίας.

Τέταρτον, τις Διοικητικές με εισαγωγή συστημάτων στοχοθεσίας και αξιολόγησης σε όλο το δημόσιο τομέα, περιλαμβανομένης της τοπικής αυτοδιοίκησης, σε κάθε επίπεδο, με αξιοκρατία, μέτρηση απόδοσης, λογοδοσία και απόδοση ευθύνης. Ταυτόχρονα πρέπει να γίνει επανασχεδιασμός του δημοσίου τομέα, σε οργανωτικό επίπεδο, προς ένα περισσότερο λιτό, ευέλικτο και λειτουργικό πλαίσιο.

Πέμπτον, τις συνειδησιακές ώστε ο καθένας από εμάς να θεωρεί ατομική του υποχρέωση να υποστηρίξει και να εργαστεί για την επίτευξη του «αναπτυξιακού οράματος». Πρέπει να εξασφαλιστεί η αστική συνείδηση. Η τήρηση των νόμων και η διαφύλαξη της νομιμότητας από όλους είναι θεμελιώδους σημασίας. Στην ίδια κατεύθυνση βρίσκεται και η νέα κοινωνική συνείδηση, το πέρασμα από το εγώ στο εμείς.

Συμπερασματικά, όπως για την επιτυχή ευόδωση κάθε οράματος, έτσι και σε αυτή την περίπτωση, το πρωτεύον είναι να εξασφαλιστεί η συναίνεση της πλειοψηφίας. Είναι βέβαια μέγιστης σημασίας όλες οι δυνάμεις του τόπου, πολιτικές, πνευματικές, θεσμικές, ακαδημαϊκές κλπ, να αναλάβουν το έργο της επικοινωνίας του οράματος στα ευρύτερα κοινωνικά στρώματα. Ελπίζουμε το σωματείο «Αξιότης» να αποτελέσει και πάλι ένα σημείο συνάντησης και συστράτευσης όλων αυτών των δυνάμεων.

------------

 

Ο κος Τάσος Βασιλείου είναι οικονομολόγος με ειδίκευση στην μακροοικονομική ανάλυση, τις χρηματοοικονομικές αγορές και τις επενδύσεις χαρτοφυλακίου. Εργάζεται στην Εθνική Τράπεζα ως Στρατηγικός Αναλυτής Επενδύσεων, ενώ προηγουμένως ήταν επικεφαλής ανάλυσης διεθνών αγορών στο ίδιο τραπεζικό ίδρυμα. Προηγουμένως είχε εργαστεί και στον χρηματιστηριακό κλάδο, ως αναλυτής μετοχών. Είναι κάτοχος του τίτλου Chartered Financial Analyst (CFA), έχει MSc στα Χρηματοοικονομικά και πτυχίο στην Οικονομική Επιστήμη, από το Πανεπιστήμιο Πειραιώς. Γεννημένος στην Αθήνα το 1974, είναι παντρεμένος και έχει δύο παιδιά.

 Προς τα μέλη του Σωματείου Αξιότης

 

Σύμφωνα με την απόφαση της συνεδρίασης του Διοικητικού Συμβουλίου της 13ης Μαρτίου 2018 και τις διατάξεις του Άρθρου 9 παρ.2 και του Άρθρου 10 παρ.1 & παρ. 2 του Καταστατικού, καλούνται τα μέλη του Σωματείου σε Τακτική Γενική Συνέλευση που θα πραγματοποιηθεί την Τρίτη 8 Μαΐου 2018 και ώρα 18.00 στη Λέσχη του Πανεπιστημίου Αθηνών, Κτήριο Κωστή Παλαμά, Ακαδημίας & Σίνα.

 

Επειδή δεν είναι επιτεύξιμη η απαιτούμενη από το Καταστατικό απαρτία κατά την πρώτη σύγκληση της Γενικής Συνέλευσης (παρουσία της απόλυτης πλειοψηφίας των τακτικών μελών) η Γενική Συνέλευση πραγματοποιείται σε νεότερη ημερομηνία μεταξύ επτά (7) και δέκα τεσσάρων (14) ημερών από την πρώτη σύγκληση, σύμφωνα με το άρθρο 10, παρ. 3 του Καταστατικού.

 

Για τον λόγο αυτό, παρακαλούμε να σημειώσετε στο ημερολόγιο σας ως οριστική ημερομηνία της Επαναληπτικής Γενικής Συνέλευσης, την Τρίτη 15 Μαΐου 2018 και ώρα 18.00.

Τα θέματα Ημερήσιας Διάταξης που θα συζητηθούν είναι:

ΘΕΜΑΤΑ:

  1. Απολογισμός πεπραγμένων του Διοικητικού Συμβουλίου, Ετήσια Έκθεση Πεπραγμένων και παρουσίαση

Έκθεσης Επιτροπής Ελέγχου για το έτος 2017.

  1. Έγκριση Απολογισμού του έτους 2017 και του Προϋπολογισμού του έτους 2018.
  2. Απαλλαγή του Διοικητικού Συμβουλίου από την ευθύνη διαχείρισης για την παρελθούσα χρήση.
  3. Εκλογή μελών Επιτροπής Ελέγχου.
  4. Ανακοίνωση αποδοχής νέων μελών του Σωματείου.
  5. Λοιπά θέματα.

 

 

Δικαίωμα ψήφου στη Γενική Συνέλευση έχουν μόνο τα μέλη του Σωματείου που έχουν εκπληρώσει τις ταμειακές τους υποχρεώσεις (άρθρο 10 παρ.8).

 

Σας ενημερώνουμε τέλος, ότι σε περίπτωση αδυναμίας προσέλευσης στη Γενική Συνέλευση, σύμφωνα με το άρθρο 10 παρ. 10 του Καταστατικού, μπορεί το κωλυόμενο μέλος να εκπροσωπηθεί από άλλο μέλος με γραπτή εξουσιοδότηση, που πρέπει να κατατεθεί στο Προεδρείο της Γενικής Συνέλευσης. Υπενθυμίζεται ότι κάθε παρόν μέλος μπορεί να εκπροσωπήσει μέχρι δύο (2) απόντα μέλη (συνημμένη εξουσιοδότηση).

Αθήνα, 18 Απριλίου 2018

 

Για το Διοικητικό Συμβούλιο

 

   Ο Πρόεδρος                                   Ο Γενικός Γραμματέας                     

Γ. Αναστασόπουλος                                        Β.Γλύνης